Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἔφοδος3
ἐφόλκαιον
ἐφολκή
ἐφόλκιον
ἐφολκίς
ἐφολκός
ἐφομαρτέω
ἐφομιλέω
ἐφόνιον
ἐφοπλίζω
ἐφόρασις
ἐφορατέον
ἐφορατικός
ἐφοράω
ἐφορεία
ἐφορεῖον
ἐφορεύω
ἐφορικός
ἐφόριος
ἐφορμαίνω
ἐφορμάομαι
View word page
ἐφόρασις
observation

ShortDef

observation

Debugging

Headword:
ἐφόρασις
Headword (normalized):
ἐφόρασις
Headword (normalized/stripped):
εφορασις
IDX:
38838
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38839
Key:

Data

{'content': 'observation'}