Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐφόδιον
ἐφόδιος
ἔφοδος
ἔφοδος2
ἔφοδος3
ἐφόλκαιον
ἐφολκή
ἐφόλκιον
ἐφολκίς
ἐφολκός
ἐφομαρτέω
ἐφομιλέω
ἐφόνιον
ἐφοπλίζω
ἐφόρασις
ἐφορατέον
ἐφορατικός
ἐφοράω
ἐφορεία
ἐφορεῖον
ἐφορεύω
View word page
ἐφομαρτέω
to follow close after

ShortDef

to follow close after

Debugging

Headword:
ἐφομαρτέω
Headword (normalized):
ἐφομαρτέω
Headword (normalized/stripped):
εφομαρτεω
IDX:
38834
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38835
Key:

Data

{'content': 'to follow close after'}