Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐφοδιαστής
ἐφοδικός
ἐφόδιον
ἐφόδιος
ἔφοδος
ἔφοδος2
ἔφοδος3
ἐφόλκαιον
ἐφολκή
ἐφόλκιον
ἐφολκίς
ἐφολκός
ἐφομαρτέω
ἐφομιλέω
ἐφόνιον
ἐφοπλίζω
ἐφόρασις
ἐφορατέον
ἐφορατικός
ἐφοράω
ἐφορεία
View word page
ἐφολκίς
a burdensome appendage

ShortDef

a burdensome appendage

Debugging

Headword:
ἐφολκίς
Headword (normalized):
ἐφολκίς
Headword (normalized/stripped):
εφολκις
IDX:
38832
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38833
Key:

Data

{'content': 'a burdensome appendage'}