Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐφέργω
ἐφερμήνευσις
ἐφερμηνευτέον
ἐφερμηνευτικός
ἐφερμηνεύω
ἐφέρπω
Ἐφέσια
ἐφέσιμος
Ἐφέσιος
ἔφεσις
Ἔφεσος
ἐφεσπερεία
ἐφεσπερεύω
ἐφέσπερος
ἐφεστιάζομαι
ἐφέστιος
ἐφεστρίς
ἐφέτειος
ἐφετέον
ἐφέτης
ἐφετικός
View word page
Ἔφεσος
Ephesus (f., the city; m., the founder)

ShortDef

Ephesus (f., the city; m., the founder)

Debugging

Headword:
Ἔφεσος
Headword (normalized):
ἔφεσος
Headword (normalized/stripped):
εφεσος
IDX:
38719
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38720
Key:

Data

{'content': 'Ephesus (f., the city; m., the founder)'}