Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὔχροια
εὔχροος
εὔχρυσος
εὔχρωμος
εὐχυλία
εὔχυλος
εὐχυμία
εὔχυμος
εὔχυτος
εὐχωλά
εὐχωλή
εὐχωλιμαῖος
εὐχώρητος
εὐχώριστος
εὐψάμαθος
ἐϋψήφις
εὔψοφος
εὔψυκτος
εὐψυχέω
εὐψυχής
εὐψυχία
View word page
εὐχωλή
a prayer, vow

ShortDef

a prayer, vow

Debugging

Headword:
εὐχωλή
Headword (normalized):
εὐχωλή
Headword (normalized/stripped):
ευχωλη
IDX:
38598
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38599
Key:

Data

{'content': 'a prayer, vow'}