Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐχαρίζω
εὐχαρίη
εὔχαρις
εὐχάρισμα
εὐχαριστέω
εὐχαριστήριος
εὐχαριστητέον
εὐχαριστία
εὐχαριστικός
εὐχάριστος
εὐχάριτος
εὐχείμερος
εὐχεῖον
εὔχειρ
εὐχειρία
εὐχείρωτος
εὐχέρεια
εὐχερής
εὐχετάομαι
εὐχέτης
εὐχή
View word page
εὐχάριτος
agreeable, pleasant

ShortDef

agreeable, pleasant

Debugging

Headword:
εὐχάριτος
Headword (normalized):
εὐχάριτος
Headword (normalized/stripped):
ευχαριτος
IDX:
38557
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38558
Key:

Data

{'content': 'agreeable, pleasant'}