Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὔφραστος
Εὐφράτης
εὐφρόνα
ἐυφρονέων
εὐφρονέων
εὐφρόνη
εὐφρονίδης
εὐφροσύνα
Εὐφροσύνη
ἐυφροσύνη
εὐφροσύνη
εὐφρόσυνος
εὔφρουρος
εὔφρων
Εὔφρων
ἐύφρων
ἐυφυής
εὐφυής
εὐφυΐα
εὐφύλακτος
εὔφυλλος
View word page
εὐφροσύνη
mirth, merriment

ShortDef

Euphrosyne
mirth, merriment

Debugging

Headword:
εὐφροσύνη
Headword (normalized):
εὐφροσύνη
Headword (normalized/stripped):
ευφροσυνη
IDX:
38522
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38523
Key:

Data

{'content': 'mirth, merriment'}