Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Εὐφίλητος
εὐφίλητος
εὐφιλόπαις
εὐφιλοτίμητος
εὔφιμος
εὔφλαστος
εὔφλεκτος
εὐφορβία
εὐφόρβιον
Εὔφορβος
εὔφορβος
εὐφορέω
εὐφόρητος
εὐφορία
εὐφόρμιγξ
εὔφορος
εὔφορτος
εὐφράδεια
ἐυφραδέως
εὐφραδής
εὐφραίνω
View word page
εὔφορβος
well-fed

ShortDef

Euphorbus
well-fed

Debugging

Headword:
εὔφορβος
Headword (normalized):
εὔφορβος
Headword (normalized/stripped):
ευφορβος
IDX:
38495
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38496
Key:

Data

{'content': 'well-fed'}