Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐτροπέομαι
εὐτροπία
εὔτροπις
εὔτροπος
εὐτροφέω
εὐτροφία
εὔτροφος
εὐτρόχαλος
εὔτροχος
ἐύτροχος
εὐτρύγητος
εὐτρύπητος
εὔτρωτος
εὐτυκάζομαι
εὐτυκής
εὔτυκος
εὔτυκτος
εὐτύπωτος
εὐτυχευδοξέω
εὐτυχέω
εὐτύχημα
View word page
εὐτρύγητος
convenient for the vintage

ShortDef

convenient for the vintage

Debugging

Headword:
εὐτρύγητος
Headword (normalized):
εὐτρύγητος
Headword (normalized/stripped):
ευτρυγητος
IDX:
38434
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38435
Key:

Data

{'content': 'convenient for the vintage'}