Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐτραπελίζομαι
εὐτράπελος
εὐτραφέω
εὐτραφής
εὐτράφητος
εὐτραφία
εὐτράχηλος
εὐτρεπής
εὐτρεπίζω
εὐτρεπισμός
εὐτρεπιστέον
εὐτρεπιστής
εὔτρεπτος
ἐυτρεφής
εὐτρεφής
εὐτρήρων
εὐτρήσιος
Εὔτρησις
εὔτρητος
ἐύτρητος
εὐτρίαινα
View word page
εὐτρεπιστέον
one must treat

ShortDef

one must treat

Debugging

Headword:
εὐτρεπιστέον
Headword (normalized):
εὐτρεπιστέον
Headword (normalized/stripped):
ευτρεπιστεον
IDX:
38409
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38410
Key:

Data

{'content': 'one must treat'}