Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὔτομος
εὐτονέω
εὐτονία
εὔτονος
εὐτονόω
εὐτοξία
εὔτοξος
εὔτορνος
εὐτράπεζος
εὐτραπελεύομαι
εὐτραπελία
εὐτραπελίζομαι
εὐτράπελος
εὐτραφέω
εὐτραφής
εὐτράφητος
εὐτραφία
εὐτράχηλος
εὐτρεπής
εὐτρεπίζω
εὐτρεπισμός
View word page
εὐτραπελία
wit, liveliness
ShortDef
wit, liveliness
Debugging
Headword:
εὐτραπελία
Headword (normalized):
εὐτραπελία
Headword (normalized/stripped):
ευτραπελια
IDX:
38398
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38399
Key:
Data
{'content': 'wit, liveliness'}