Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐτελίζω
εὐτελισμός
εὐτελιστής
εὐτενής
Εὐτέρπη
εὐτερπής
εὐτέχνητος
εὐτεχνία
εὔτεχνος
εὔτηκτος
εὐτιθάσευτος
εὐτιμώρητος
εὐτίνακτος
εὐτλήμων
εὔτμητος
εὔτοιχος
εὐτοκέω
εὐτοκία
εὐτόκιος
εὔτοκος
εὐτολμέω
View word page
εὐτιθάσευτος
easily tamed
ShortDef
easily tamed
Debugging
Headword:
εὐτιθάσευτος
Headword (normalized):
εὐτιθάσευτος
Headword (normalized/stripped):
ευτιθασευτος
IDX:
38375
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38376
Key:
Data
{'content': 'easily tamed'}