Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐτέλεια
εὐτελής
εὐτελίζω
εὐτελισμός
εὐτελιστής
εὐτενής
Εὐτέρπη
εὐτερπής
εὐτέχνητος
εὐτεχνία
εὔτεχνος
εὔτηκτος
εὐτιθάσευτος
εὐτιμώρητος
εὐτίνακτος
εὐτλήμων
εὔτμητος
εὔτοιχος
εὐτοκέω
εὐτοκία
εὐτόκιος
View word page
εὔτεχνος
ingenious
ShortDef
ingenious
Debugging
Headword:
εὔτεχνος
Headword (normalized):
εὔτεχνος
Headword (normalized/stripped):
ευτεχνος
IDX:
38373
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38374
Key:
Data
{'content': 'ingenious'}