Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὔσφαιρος
εὔσφυκτος
εὐσφυξία
εὔσφυρος
εὔσχετος
εὐσχημάτιστος
εὐσχημονέω
εὐσχημόνημα
εὐσχημονίζω
εὔσχημος
εὐσχημοσύνη
εὐσχήμων
εὔσχιστος
εὐσχολέω
εὐσχολία
εὔσχολος
εὐσωματέω
εὐσωματία
εὐσώματος
εὔσωμος
εὔσωτρος
View word page
εὐσχημοσύνη
gracefulness, decorum

ShortDef

gracefulness, decorum

Debugging

Headword:
εὐσχημοσύνη
Headword (normalized):
εὐσχημοσύνη
Headword (normalized/stripped):
ευσχημοσυνη
IDX:
38335
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38336
Key:

Data

{'content': 'gracefulness, decorum'}