Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐσύνοπτος
εὐσύντακτος
εὐσυντέλεστος
εὐσύντριπτος
εὐσύστατος
εὐσύστροφος
εὔσφαιρος
εὔσφυκτος
εὐσφυξία
εὔσφυρος
εὔσχετος
εὐσχημάτιστος
εὐσχημονέω
εὐσχημόνημα
εὐσχημονίζω
εὔσχημος
εὐσχημοσύνη
εὐσχήμων
εὔσχιστος
εὐσχολέω
εὐσχολία
View word page
εὔσχετος
easily kept in its place

ShortDef

easily kept in its place

Debugging

Headword:
εὔσχετος
Headword (normalized):
εὔσχετος
Headword (normalized/stripped):
ευσχετος
IDX:
38329
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38330
Key:

Data

{'content': 'easily kept in its place'}