Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐσύνετος
εὐσυνήγορος
εὐσυνθεσία
εὐσυνθετέω
εὐσύνθετος
εὐσυνθεώρητος
εὐσύνοπτος
εὐσύντακτος
εὐσυντέλεστος
εὐσύντριπτος
εὐσύστατος
εὐσύστροφος
εὔσφαιρος
εὔσφυκτος
εὐσφυξία
εὔσφυρος
εὔσχετος
εὐσχημάτιστος
εὐσχημονέω
εὐσχημόνημα
εὐσχημονίζω
View word page
εὐσύστατος
of proper consistency

ShortDef

of proper consistency

Debugging

Headword:
εὐσύστατος
Headword (normalized):
εὐσύστατος
Headword (normalized/stripped):
ευσυστατος
IDX:
38323
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38324
Key:

Data

{'content': 'of proper consistency'}