Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐστομέω
εὐστομία
εὔστομος
εὐστόν
εὔστοος
εὔστοργος
εὐστόρθυγξ
εὐστοχέω
εὐστόχημα
εὐστοχία
εὔστοχος
εὕστρα
εὔστρεπτος
ἐύστρεπτος
ἐϋστρεφής
εὐστροφάλιγξ
εὐστροφία
εὔστροφος
εὔστρωτος
εὔστυλος
εὐσύγκριτος
View word page
εὔστοχος
well-aimed
ShortDef
well-aimed
Debugging
Headword:
εὔστοχος
Headword (normalized):
εὔστοχος
Headword (normalized/stripped):
ευστοχος
IDX:
38280
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38281
Key:
Data
{'content': 'well-aimed'}