Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐστομαχέω
εὐστομαχία
εὐστόμαχος
εὐστομέω
εὐστομία
εὔστομος
εὐστόν
εὔστοος
εὔστοργος
εὐστόρθυγξ
εὐστοχέω
εὐστόχημα
εὐστοχία
εὔστοχος
εὕστρα
εὔστρεπτος
ἐύστρεπτος
ἐϋστρεφής
εὐστροφάλιγξ
εὐστροφία
εὔστροφος
View word page
εὐστοχέω
hit the mark, succeed

ShortDef

hit the mark, succeed

Debugging

Headword:
εὐστοχέω
Headword (normalized):
εὐστοχέω
Headword (normalized/stripped):
ευστοχεω
IDX:
38277
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38278
Key:

Data

{'content': 'hit the mark, succeed'}