Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐσταλής
εὐστάφυλος
εὔσταχυς
εὐστεγής
εὐστείλεος
ἐϋστείρη
εὔστεκτος
εὔστερνος
εὐστέφανος
ἐυστέφανος
εὐστήρικτος
εὐστιβής
ἐὔστικτος
εὔστιπτος
εὐστιχία
εὔστολος
εὐστομαχέω
εὐστομαχία
εὐστόμαχος
εὐστομέω
εὐστομία
View word page
εὐστήρικτος
firm, fixed

ShortDef

firm, fixed

Debugging

Headword:
εὐστήρικτος
Headword (normalized):
εὐστήρικτος
Headword (normalized/stripped):
ευστηρικτος
IDX:
38261
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38262
Key:

Data

{'content': 'firm, fixed'}