Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὔσπορος
ἐύσσελμος
εὐστάθεια
εὐσταθέω
εὐσταθής
εὔσταθμος
εὐστάλεια
εὐσταλής
εὐστάφυλος
εὔσταχυς
εὐστεγής
εὐστείλεος
ἐϋστείρη
εὔστεκτος
εὔστερνος
εὐστέφανος
ἐυστέφανος
εὐστήρικτος
εὐστιβής
ἐὔστικτος
εὔστιπτος
View word page
εὐστεγής
well-covered

ShortDef

well-covered

Debugging

Headword:
εὐστεγής
Headword (normalized):
εὐστεγής
Headword (normalized/stripped):
ευστεγης
IDX:
38254
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38255
Key:

Data

{'content': 'well-covered'}