Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐσκωμμοσύνη
εὐσκώμμων
ἐΰσμηκτος
ἐΰσμηνος
ἐϋσμῆριγξ
εὐσμίλευτος
εὔσοια
εὔσοος
εὔσους
εὐσπάθητος
εὐσπειρής
εὐσπλαγχνία
εὔσπλαγχνος
εὔσπορος
ἐύσσελμος
εὐστάθεια
εὐσταθέω
εὐσταθής
εὔσταθμος
εὐστάλεια
εὐσταλής
View word page
εὐσπειρής
well-turned, wreathing, winding
ShortDef
well-turned, wreathing, winding
Debugging
Headword:
εὐσπειρής
Headword (normalized):
εὐσπειρής
Headword (normalized/stripped):
ευσπειρης
IDX:
38241
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38242
Key:
Data
{'content': 'well-turned, wreathing, winding'}