Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὔσεπτος
εὐσήκωτος
εὐσήμαντος
εὐσημείωτον
εὐσημία
εὔσημος
εὔσηπτος
εὐσηψία
εὐσθένεια
εὐσθενέω
εὐσθενής
εὐσίδηρος
εὐσίπυος
εὐσιτέω
εὐσιτία
εὔσιτος
εὔσκαλμος
εὐσκάνδιξ
ἐύσκαρθμος
εὔσκαρθμος
εὔσκαφος
View word page
εὐσθενής
stout, lively
ShortDef
stout, lively
Debugging
Headword:
εὐσθενής
Headword (normalized):
εὐσθενής
Headword (normalized/stripped):
ευσθενης
IDX:
38208
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38209
Key:
Data
{'content': 'stout, lively'}