Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐσαρκόω
εὔσβεστος
Εὐσέβεια
εὐσέβεια
εὐσεβέω
εὐσέβημα
εὐσεβής
εὔσειστος
εὐσέλαος
εὔσελμος
εὔσεπτος
εὐσήκωτος
εὐσήμαντος
εὐσημείωτον
εὐσημία
εὔσημος
εὔσηπτος
εὐσηψία
εὐσθένεια
εὐσθενέω
εὐσθενής
View word page
εὔσεπτος
much reverenced, holy

ShortDef

much reverenced, holy

Debugging

Headword:
εὔσεπτος
Headword (normalized):
εὔσεπτος
Headword (normalized/stripped):
ευσεπτος
IDX:
38198
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38199
Key:

Data

{'content': 'much reverenced, holy'}