Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὕρετρα
εὔρηκτος
εὕρημα
εὐρημοσύνη
εὐρήμων
εὑρησιεπής
εὑρησιλογέω
εὑρησιλογία
εὑρησίλογος
εὔρητος
εὔριζος
εὔριν
εὔρινος
εὔρινος2
εὐριπιδαριστοφανίζω
Εὐριπίδειος
εὐριπίδης
Εὐριπίδης
Εὐριπιδικῶς
Εὐριπίδιον
Εὐριπική
View word page
εὔριζος
well-rooted
ShortDef
well-rooted
Debugging
Headword:
εὔριζος
Headword (normalized):
εὔριζος
Headword (normalized/stripped):
ευριζος
IDX:
38034
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-38035
Key:
Data
{'content': 'well-rooted'}