Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐπροσωπία
εὐπροσωποκοίτης
εὐπρόσωπος
εὐπροφάσιστος
εὐπρόφορος
εὐπροχώρητος
εὐπρυμνής
εὔπρυμνος
εὔπρῳρος
εὔπταιστος
εὔπτερος
εὐπτησία
εὐπτόητος
εὔπτορθος
εὐπυγία
εὐπυγμέω
εὔπυγος
εὐπυνδάκωτος
εὔπυργος
εὔπυρος
εὐπύρωτος
View word page
εὔπτερος
well-winged, well-plumed

ShortDef

well-winged, well-plumed

Debugging

Headword:
εὔπτερος
Headword (normalized):
εὔπτερος
Headword (normalized/stripped):
ευπτερος
IDX:
37998
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37999
Key:

Data

{'content': 'well-winged, well-plumed'}