Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐπροσωπέω
εὐπροσωπία
εὐπροσωποκοίτης
εὐπρόσωπος
εὐπροφάσιστος
εὐπρόφορος
εὐπροχώρητος
εὐπρυμνής
εὔπρυμνος
εὔπρῳρος
εὔπταιστος
εὔπτερος
εὐπτησία
εὐπτόητος
εὔπτορθος
εὐπυγία
εὐπυγμέω
εὔπυγος
εὐπυνδάκωτος
εὔπυργος
εὔπυρος
View word page
εὔπταιστος
easily stumbling

ShortDef

easily stumbling

Debugging

Headword:
εὔπταιστος
Headword (normalized):
εὔπταιστος
Headword (normalized/stripped):
ευπταιστος
IDX:
37997
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37998
Key:

Data

{'content': 'easily stumbling'}