Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐπροσόρμιστος
εὐπρόσφορος
εὐπρόσφυτος
εὐπροσωπέω
εὐπροσωπία
εὐπροσωποκοίτης
εὐπρόσωπος
εὐπροφάσιστος
εὐπρόφορος
εὐπροχώρητος
εὐπρυμνής
εὔπρυμνος
εὔπρῳρος
εὔπταιστος
εὔπτερος
εὐπτησία
εὐπτόητος
εὔπτορθος
εὐπυγία
εὐπυγμέω
εὔπυγος
View word page
εὐπρυμνής
well-steering, well-governing

ShortDef

well-steering, well-governing

Debugging

Headword:
εὐπρυμνής
Headword (normalized):
εὐπρυμνής
Headword (normalized/stripped):
ευπρυμνης
IDX:
37994
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37995
Key:

Data

{'content': 'well-steering, well-governing'}