Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὔπρεπτος
εὔπρηστος
εὐπριστία
εὔπριστος
εὐπροαίρετος
εὐπροόρατος
εὐπρόσδεκτος
εὐπροσδόκητος
εὐπροσηγορία
εὐπροσήγορος
εὐπρόσθετος
εὐπρόσιτος
εὐπρόσκοπος
εὐπροσόδευτος
εὐπρόσοδος
εὐπρόσοιστος
εὐπροσόμιλος
εὐπροσόρμιστος
εὐπρόσφορος
εὐπρόσφυτος
εὐπροσωπέω
View word page
εὐπρόσθετος
easily assimilated

ShortDef

easily assimilated

Debugging

Headword:
εὐπρόσθετος
Headword (normalized):
εὐπρόσθετος
Headword (normalized/stripped):
ευπροσθετος
IDX:
37977
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37978
Key:

Data

{'content': 'easily assimilated'}