Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὔπλωτος
εὐπνοέω
εὔπνοια
εὔπνοος
εὐποδία
εὐποιέω
εὐποίημα
εὐποιητικός
εὐποίητος
εὐποιΐα
εὐποίκιλος
εὔποκος
εὐπολέμητος
εὐπόλεμος
Εὐπολίδειος
εὔπολις
Εὔπολις
Εὐπόμπη
εὔπομπος
εὔπονος
εὐπόρευτος
View word page
εὐποίκιλος
much varied, variegated

ShortDef

much varied, variegated

Debugging

Headword:
εὐποίκιλος
Headword (normalized):
εὐποίκιλος
Headword (normalized/stripped):
ευποικιλος
IDX:
37928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37929
Key:

Data

{'content': 'much varied, variegated'}