Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Εὔπλοια
εὐπλοίη
ἐϋπλόκαμος
εὔπλοος
ἐϋπλυνής
εὔπλωτος
εὐπνοέω
εὔπνοια
εὔπνοος
εὐποδία
εὐποιέω
εὐποίημα
εὐποιητικός
εὐποίητος
εὐποιΐα
εὐποίκιλος
εὔποκος
εὐπολέμητος
εὐπόλεμος
Εὐπολίδειος
εὔπολις
View word page
εὐποιέω
treat well, benefit (εὖ ποιέω)

ShortDef

treat well, benefit (εὖ ποιέω)

Debugging

Headword:
εὐποιέω
Headword (normalized):
εὐποιέω
Headword (normalized/stripped):
ευποιεω
IDX:
37923
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37924
Key:

Data

{'content': 'treat well, benefit (εὖ ποιέω)'}