Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁλίτροφος
ἁλίτροχος
ἁλίτρυτος
ἁλίτυπος
ἁλίτυρος
ἁλιφθερόω
ἁλιφθορία
ἁλιφθόρος
ἁλίφλοιος
ἁλίχλαινος
ἀλκά
ἀλκάεις
ἀλκάζω
Ἀλκάθοος
ἀλκαία
Ἀλκαίδας
Ἀλκαϊκός
Ἀλκαῖος
ἀλκαῖος
Ἀλκαμένης
Ἀλκάνδρη
View word page
ἀλκά
valour, courage

ShortDef

valour, courage

Debugging

Headword:
ἀλκά
Headword (normalized):
ἀλκά
Headword (normalized/stripped):
αλκα
IDX:
3787
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3788
Key:

Data

{'content': 'valour, courage'}