Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐπερίκοπτος
εὐπερίκτητος
εὐπερίληπτος
εὐπερινόητος
εὐπερίοπτος
εὐπεριόριστος
εὐπερίπατος
εὐπερίσπαστος
εὐπερίσταλτος
εὐπερίστατος
εὐπερίστολος
εὐπερίστρεπτος
εὐπερίστροφος
εὐπερίτρεπτος
εὐπεριφρόνητος
εὐπερίφωρος
εὐπερίχυτος
εὐπερίψογος
εὐπερίψυκτος
εὐπέταλος
εὐπέτεια
View word page
εὐπερίστολος
circumspect, wary

ShortDef

circumspect, wary

Debugging

Headword:
εὐπερίστολος
Headword (normalized):
εὐπερίστολος
Headword (normalized/stripped):
ευπεριστολος
IDX:
37871
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37872
Key:

Data

{'content': 'circumspect, wary'}