Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐπερίθραυστος
εὐπερικάλυπτος
εὐπερίκοπτος
εὐπερίκτητος
εὐπερίληπτος
εὐπερινόητος
εὐπερίοπτος
εὐπεριόριστος
εὐπερίπατος
εὐπερίσπαστος
εὐπερίσταλτος
εὐπερίστατος
εὐπερίστολος
εὐπερίστρεπτος
εὐπερίστροφος
εὐπερίτρεπτος
εὐπεριφρόνητος
εὐπερίφωρος
εὐπερίχυτος
εὐπερίψογος
εὐπερίψυκτος
View word page
εὐπερίσταλτος
lightly clad

ShortDef

lightly clad

Debugging

Headword:
εὐπερίσταλτος
Headword (normalized):
εὐπερίσταλτος
Headword (normalized/stripped):
ευπερισταλτος
IDX:
37869
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37870
Key:

Data

{'content': 'lightly clad'}