Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀλιτροσύνη
ἁλίτροφος
ἁλίτροχος
ἁλίτρυτος
ἁλίτυπος
ἁλίτυρος
ἁλιφθερόω
ἁλιφθορία
ἁλιφθόρος
ἁλίφλοιος
ἁλίχλαινος
ἀλκά
ἀλκάεις
ἀλκάζω
Ἀλκάθοος
ἀλκαία
Ἀλκαίδας
Ἀλκαϊκός
Ἀλκαῖος
ἀλκαῖος
Ἀλκαμένης
View word page
ἁλίχλαινος
purple-clad

ShortDef

purple-clad

Debugging

Headword:
ἁλίχλαινος
Headword (normalized):
ἁλίχλαινος
Headword (normalized/stripped):
αλιχλαινος
IDX:
3786
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3787
Key:

Data

{'content': 'purple-clad'}