Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐπαράπλους
εὐπαρατήρητος
εὐπαράτρεπτος
εὐπαρατύπωτος
εὐπαράφορος
εὐπαραχώρητος
εὐπάρεδρος
εὐπάρειος
εὐπαρείσδυτος
εὐπαρέκδυτος
εὐπαρηγόρητος
εὐπάρθενος
εὐπαρόδευτος
εὐπάροδος
εὐπαρόξυντος
εὐπαρόρμητος
εὐπάροχος
εὐπαρρησίαστος
εὐπάρυφος
εὐπατέρεια
εὐπατόριον
View word page
εὐπαρηγόρητος
easily alleviated

ShortDef

easily alleviated

Debugging

Headword:
εὐπαρηγόρητος
Headword (normalized):
εὐπαρηγόρητος
Headword (normalized/stripped):
ευπαρηγορητος
IDX:
37818
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37819
Key:

Data

{'content': 'easily alleviated'}