Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐπαράδεκτος
εὐπαραίτητος
εὐπαράκλητος
εὐπαρακολούθητος
εὐπαρακόμιστος
εὐπαράκρουστος
εὐπαράληπτος
εὐπαράλλακτος
εὐπαραλόγιστος
εὐπαραμύθητος
εὐπάρᾳος
εὐπάραος
εὐπαράπειστος
εὐπαράπλους
εὐπαρατήρητος
εὐπαράτρεπτος
εὐπαρατύπωτος
εὐπαράφορος
εὐπαραχώρητος
εὐπάρεδρος
εὐπάρειος
View word page
εὐπάρᾳος
fair cheeked

ShortDef

fair cheeked

Debugging

Headword:
εὐπάρᾳος
Headword (normalized):
εὐπάρᾳος
Headword (normalized/stripped):
ευπαραος
IDX:
37805
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37806
Key:

Data

{'content': 'fair cheeked'}