Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐπαράγωγος
εὐπαράδεκτος
εὐπαραίτητος
εὐπαράκλητος
εὐπαρακολούθητος
εὐπαρακόμιστος
εὐπαράκρουστος
εὐπαράληπτος
εὐπαράλλακτος
εὐπαραλόγιστος
εὐπαραμύθητος
εὐπάρᾳος
εὐπάραος
εὐπαράπειστος
εὐπαράπλους
εὐπαρατήρητος
εὐπαράτρεπτος
εὐπαρατύπωτος
εὐπαράφορος
εὐπαραχώρητος
εὐπάρεδρος
View word page
εὐπαραμύθητος
easily appeased

ShortDef

easily appeased

Debugging

Headword:
εὐπαραμύθητος
Headword (normalized):
εὐπαραμύθητος
Headword (normalized/stripped):
ευπαραμυθητος
IDX:
37804
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37805
Key:

Data

{'content': 'easily appeased'}