Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁλιτέρμων
ἀλίτημα
ἀλιτήμερος
ἀλιτήμων
ἀλιτήριος
ἀλιτηριώδης
ἁλίτης
ἀλιτόξενος
ἀλιτοφροσύνη
ἀλιτραίνω
ἁλιτρεφής
ἀλιτρία
ἀλιτρόβιος
ἀλιτρόνοος
ἀλιτρός
ἀλιτροσύνη
ἁλίτροφος
ἁλίτροχος
ἁλίτρυτος
ἁλίτυπος
ἁλίτυρος
View word page
ἁλιτρεφής
sea-bred

ShortDef

sea-bred

Debugging

Headword:
ἁλιτρεφής
Headword (normalized):
ἁλιτρεφής
Headword (normalized/stripped):
αλιτρεφης
IDX:
3771
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3772
Key:

Data

{'content': 'sea-bred'}