Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐνώμας
εὔνωτος
εὔξαντος
εὐξενίδας
Εὔξενος
εὔξενος
εὔξεστος
εὐξήραντος
εὐξόανος
εὔξοος
εὐξυλεία
εὐξυλοεργός
εὔξυλος
εὔξυστος
εὐογκία
εὔογκος
εὐοδέω
εὐοδία
εὐοδιάζω
εὐόδιος
εὔοδος
View word page
εὐξυλεία
abundance of timber

ShortDef

abundance of timber

Debugging

Headword:
εὐξυλεία
Headword (normalized):
εὐξυλεία
Headword (normalized/stripped):
ευξυλεια
IDX:
37712
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37713
Key:

Data

{'content': 'abundance of timber'}