Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐνουχίας
εὐνουχίζω
εὐνουχισμός
εὐνουχιστέον
εὐνουχιστής
εὐνουχοειδής
εὐνοῦχος
εὔνυμφος
εὐνώμας
εὔνωτος
εὔξαντος
εὐξενίδας
Εὔξενος
εὔξενος
εὔξεστος
εὐξήραντος
εὐξόανος
εὔξοος
εὐξυλεία
εὐξυλοεργός
εὔξυλος
View word page
εὔξαντος
well-carded
ShortDef
well-carded
Debugging
Headword:
εὔξαντος
Headword (normalized):
εὔξαντος
Headword (normalized/stripped):
ευξαντος
IDX:
37704
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37705
Key:
Data
{'content': 'well-carded'}