Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐνοέω
εὐνοητικός
εὐνόητος
εὐνόθευτος
εὔνοια
εὐνοΐζομαι
εὐνοϊκός
εὐνομέομαι
εὐνόμημα
εὐνομία
εὐνομίη
εὔνομος
εὔνοος
Εὔνοστος
εὐνουχεῖον
εὐνουχίας
εὐνουχίζω
εὐνουχισμός
εὐνουχιστέον
εὐνουχιστής
εὐνουχοειδής
View word page
εὐνομίη
good order, obedience to laws

ShortDef

good order, obedience to laws

Debugging

Headword:
εὐνομίη
Headword (normalized):
εὐνομίη
Headword (normalized/stripped):
ευνομιη
IDX:
37689
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37690
Key:

Data

{'content': 'good order, obedience to laws'}