Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐνητήρ
εὐνήτης
εὔνια
Εὐνίκη
εὐνίκητος
εὖνις
εὖνις2
ἐΰννητος
εὐνοέω
εὐνοητικός
εὐνόητος
εὐνόθευτος
εὔνοια
εὐνοΐζομαι
εὐνοϊκός
εὐνομέομαι
εὐνόμημα
εὐνομία
εὐνομίη
εὔνομος
εὔνοος
View word page
εὐνόητος
easily understood
ShortDef
easily understood
Debugging
Headword:
εὐνόητος
Headword (normalized):
εὐνόητος
Headword (normalized/stripped):
ευνοητος
IDX:
37681
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37682
Key:
Data
{'content': 'easily understood'}