Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐνάων
εὐνεικής
εὐνέτης
εὐνέτις
εὔνεως
εὐνή
εὐνῆθεν
εὔνημα
Εὔνηος
εὔνησος
εὐνητήρ
εὐνήτης
εὔνια
Εὐνίκη
εὐνίκητος
εὖνις
εὖνις2
ἐΰννητος
εὐνοέω
εὐνοητικός
εὐνόητος
View word page
εὐνητήρ
a bedfellow, husband

ShortDef

a bedfellow, husband

Debugging

Headword:
εὐνητήρ
Headword (normalized):
εὐνητήρ
Headword (normalized/stripped):
ευνητηρ
IDX:
37671
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37672
Key:

Data

{'content': 'a bedfellow, husband'}