Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐμεταποίητος
εὐμετάπτωτος
εὐμετάρρευστος
εὐμετάστατος
εὐμετάτρεπτος
εὐμετάφορος
εὐμεταχείριστος
εὐμετρία
εὔμετρος
Εὐμήδης
εὐμήκης
Εὔμηλος
εὔμηλος
εὔμηρος
εὐμήρυτος
εὔμητις
εὐμηχάνημα
εὐμηχανία
εὐμήχανος
εὔμικτος
εὐμιλίη
View word page
εὐμήκης
of a good length, tall

ShortDef

of a good length, tall

Debugging

Headword:
εὐμήκης
Headword (normalized):
εὐμήκης
Headword (normalized/stripped):
ευμηκης
IDX:
37614
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37615
Key:

Data

{'content': 'of a good length, tall'}