Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐμενία
Εὐμενίδες
εὐμενίζομαι
εὐμενικός
Εὐμενισταί
εὐμέριστος
εὐμεταβλησία
εὐμετάβλητος
εὐμετάβολος
εὐμετάγνωτος
εὐμετάγωγος
εὐμετάδοτος
εὐμετάθετος
εὐμετακίνητος
εὐμετακόμιστος
εὐμετακύλιστος
εὐμετανόητος
εὐμετάπειστος
εὐμεταποίητος
εὐμετάπτωτος
εὐμετάρρευστος
View word page
εὐμετάγωγος
easy to put aside, get rid of

ShortDef

easy to put aside, get rid of

Debugging

Headword:
εὐμετάγωγος
Headword (normalized):
εὐμετάγωγος
Headword (normalized/stripped):
ευμεταγωγος
IDX:
37596
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37597
Key:

Data

{'content': 'easy to put aside, get rid of'}