Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐμάραθος
εὐμάραντος
εὐμάρεια
εὐμαρέω
εὐμαρής
εὐμαρίην
εὔμαρις
εὐμαχανία
εὐμαχος
εὐμεγέθης
εὐμεθόδευτος
εὐμέθοδος
εὐμέθυστος
εὐμειδής
εὐμείλικτος
εὐμέλαθρος
εὐμέλανος
εὐμέλεια
εὐμελής
εὐμελιτέω
εὐμένεια
View word page
εὐμεθόδευτος
having a good method

ShortDef

having a good method

Debugging

Headword:
εὐμεθόδευτος
Headword (normalized):
εὐμεθόδευτος
Headword (normalized/stripped):
ευμεθοδευτος
IDX:
37568
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37569
Key:

Data

{'content': 'having a good method'}