Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐλογιστία
εὐλόγιστος
εὐλογοποιέω
εὔλογος
εὐλογοφανής
εὐλογχέω
εὔλογχος
εὐλοέτειρα
εὐλοιδόρητος
εὐλοκοπέομαι
εὔλοφος
εὐλοχία
εὔλοχος
εὐλύγιστος
εὐλύρας
εὔλυρος
εὐλυσία
εὐλυτέω
εὐλύτησις
εὔλυτος
εὐμάθεια
View word page
εὔλοφος
well-plumed
ShortDef
well-plumed
Debugging
Headword:
εὔλοφος
Headword (normalized):
εὔλοφος
Headword (normalized/stripped):
ευλοφος
IDX:
37543
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37544
Key:
Data
{'content': 'well-plumed'}