Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐλιπής
εὐλιτάνευτος
εὐλογέω
εὐλογητός
εὐλογία
εὐλόγιμος
εὐλογιστέω
εὐλογιστία
εὐλόγιστος
εὐλογοποιέω
εὔλογος
εὐλογοφανής
εὐλογχέω
εὔλογχος
εὐλοέτειρα
εὐλοιδόρητος
εὐλοκοπέομαι
εὔλοφος
εὐλοχία
εὔλοχος
εὐλύγιστος
View word page
εὔλογος
having good reason, reasonable, sensible

ShortDef

having good reason, reasonable, sensible

Debugging

Headword:
εὔλογος
Headword (normalized):
εὔλογος
Headword (normalized/stripped):
ευλογος
IDX:
37536
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37537
Key:

Data

{'content': 'having good reason, reasonable, sensible'}