Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

εὐκραδής
εὐκραής
εὔκραιρος
Εὐκράντη
εὐκράς
εὐκράς2
εὐκρασία
εὐκρατόμελι
εὐκρατοποσία
εὔκρατος
εὐκρατόω
εὐκρατῶς
εὔκρεκτος
ἐϋκρήδεμνος
ἐΰκρημνος
εὔκρηνος
ἐϋκρήπις
εὔκριθος
εὐκρίνεια
εὐκρινέω
εὐκρινής
View word page
εὐκρατόω
temper

ShortDef

temper

Debugging

Headword:
εὐκρατόω
Headword (normalized):
εὐκρατόω
Headword (normalized/stripped):
ευκρατοω
IDX:
37456
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37457
Key:

Data

{'content': 'temper'}