Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
εὐκοσμίως
εὔκοσμος
εὐκόσμως
εὔκουρος
εὐκράδαντος
εὐκραδής
εὐκραής
εὔκραιρος
Εὐκράντη
εὐκράς
εὐκράς2
εὐκρασία
εὐκρατόμελι
εὐκρατοποσία
εὔκρατος
εὐκρατόω
εὐκρατῶς
εὔκρεκτος
ἐϋκρήδεμνος
ἐΰκρημνος
εὔκρηνος
View word page
εὐκράς2
[lexical cite]
ShortDef
temperate; mixing readily
[lexical cite]
Debugging
Headword:
εὐκράς2
Headword (normalized):
εὐκράς
Headword (normalized/stripped):
ευκρας2
IDX:
37451
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-37452
Key:
Data
{'content': '[lexical cite]'}